Πτυχιούχος Φυσικής Αγωγής
ΓενικάTo 1988 η επιτροπή του τμήματος «Ασβεστιορρυθμιστικές Ορμόνες και Οστικός Μεταβολισμός» της Γερμανικής Ενδοκρινολογικής Εταιρείας έδωσε τον παρακάτω ορισμό: «Οστεοπόρωση είναι η απώλεια ή μείωση της οστικής μάζας, δομής και λειτουργίας που συνδέεται με κατάγματα».
Νεότερες γνώσεις οδήγησαν στον ακόλουθο γενικά χρησιμοποιούμενο ορισμό:
Οστεοπόρωση είναι μια συστηματική σκελετική πάθηση που χαρακτηρίζεται από χαμηλή σκελετική μάζα και από διαταραχή της μικροαρχιτεκτονικής του οστού με αυξημένη οστική ευθραυστότητα και τάση για κατάγματα». Η μετεμμηνοπαυσιακή οστεοπόρωση είναι μακράν η συχνότερη μορφή. Η ηλικία και το γυναικείο φύλο αποτελούν τους δύο ισχυρότερους παράγοντες κινδύνου. Παρόλα αυτά η οστεοπόρωση δεν αποτελεί «προνόμιο» μόνο των γυναικών.
Δευτεροπαθή αίτια οστεοπόρωσης στους άνδρες
-Έλλειψη κινητικότητας (χρόνια ακινησία)
-Μείωση οπτικής οξύτητας
-Διατροφή (φτωχή σε ασβέστιο, πλούσια σε φωσφορικά και πρωτεΐνες)
-Τρόπος ζωής (οινοπνευματώδη, καφές, κάπνισμα)
-Φάρμακα (γλυκοκορτικοειδή, θυροξίνη, υπακτικά, αντιεπιληπτικά)
-Γενετική (οικογενής συσσώρευση περιπτώσεων οστεοπόρωσης)
-Ενδοκρινικές παθήσεις
-Σύνδρομο Cushing
-Υπερπαραθυρεοειδισμός
-Υπερθυρεοειδισμός
-Κακοήθεις παθήσεις
-Γαστρεντερικές παθήσεις (κίρρωση ήπατος, νόσος Crohn, ελκώδης κολίτις)
Διαγνωστικά κριτήρια
Η μέτρηση της οστικής μάζας σε διάφορες σκελετικές θέσεις (σπονδυλική στήλη, ισχίο, αντιβράχιο, φτέρνα) προβλέπει τον κίνδυνο στις γυναίκες, στους άνδρες όμως τα δεδομένα που υπάρχουν είναι λίγα.
Σύμφωνα όμως με τις τελευταίες μελέτες, κάθε σταθερή απόκλιση μείωσης της οστικής πυκνότητας, προβλέπει παρόμοιο κίνδυνο στους άνδρες και στις γυναίκες, παρ’όλα αυτά ο απόλυτος κίνδυνος για κάποιο δεδομένο οστικής πυκνότητας διαφέρει ανάλογα με το φύλο.
Καθοριστικής σημασίας όσον αφορά τη διάγνωση είναι επίσης οι παράγοντες του τρόπου ζωής, ιατρικές καταστάσεις που συνδέονται με την οστική νόσο (κάποιες από αυτές αναφέρονται στον παραπάνω πίνακα), ο βιοχημικός έλεγχος (γενική αίματος-ΤΚΕ, κρεατινίνη, τρανσαμινάσες, ασβέστιο, φώσφορο, αλκαλική φωσφατάση)
Επιδημιολογία
Στη Γερμανία οι οστεοπορωτικοί ασθενείς υπολογίζονται σε 6 εκατομμύρια εκ των οποίων το 20% είναι άνδρες. Στο παρελθόν οι επιδημιολογικές μελέτες «αγνοούσαν» την ανδρική οστεοπόρωση. Τρεις πρόσφατες μελέτες στρατολόγησαν και άνδρες, αναφερόμαστε στη μελέτη Dubbo η οποία περιλάμβανε ένα δείγμα 110 ανδρών και 172 γυναικών, ηλικίας 72 ετών και άνω, από τη Αυστραλία, η ευρωπαϊκή μελέτη σπονδυλικής οστεοπόρωσης EVOS με συνολικό αριθμό 16.047 ατόμων (7.454 άνδρες και 8.593 γυναίκες) και η μελέτη Rotterdam με 750 άνδρες και 750 γυναίκες, ηλικίας 55 έως 75 ετών.
Χρησιμοποιώντας ως τελικό σημείο τα κατάγματα, ο σχετικός κίνδυνος για τους άνδρες έχει εύρος 13-25%. Η μελέτη EVOS έδειξε μεγαλύτερες διαφορές στην επίπτωση των καταγμάτων μεταξύ των χωρών απ’ότι μεταξύ του φύλου φανερώνοντας τη σημασία των βιολογικών και γενετικών παραγόντων. Ο αριθμός των ανδρών που παρουσιάζει κατάγματα είναι ανοδικός με κύριο αίτιο τις δημογραφικές αλλαγές που συνέβησαν στις αναπτυγμένες χώρες τα τελευταία εκατό χρόνια: αύξηση του προσδόκιμου επιβίωσης αλλά και αλλαγή της δομής του πληθυσμού ποιοτικά προς έναν πληθυσμό πιο γερασμένο.
Στον Ευρωπαϊκό χώρο τα διαγιγνωσκόμενα σπονδυλικά κατάγματα είναι 10,7/1000 άτομα ανά έτος στις γυναίκες και 5,7/1000 άτομα ανά έτος στους άνδρες. Αντίστοιχα η επίπτωση των μη σπονδυλικών καταγμάτων χαμηλής ενέργειας είναι 19/1000 και 7,3/1000 ανά έτος αντίστοιχα. Στην Ελλάδα το 1997 η επίπτωση των καταγμάτων του ισχίου για άτομα ηλικίας άνω των 50 ετών ήταν 448,87/100.000 για τις γυναίκες και 216,11/100.000 για τους άνδρες.
Ο ρόλος της διατροφής και της άσκησης στην πρόληψη της ανδρικής οστεοπόρωσης Όπως σε κάθε πάθηση, όταν υπάρχει η δυνατότητα, η πρόληψη αποτελεί την καλύτερη «θεραπεία». Η πρόληψη της οστεοπόρωσης είναι εφικτή και έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση ως ένα βαθμό του φαινομένου. Η παθογένεια της οστεοπόρωσης στους άνδρες διαφέρει από αυτή των γυναικών, γι’αυτό και οι προληπτικές και θεραπευτικές προσπάθειες είναι ειδικά σχεδιασμένες για το ανδρικό πληθυσμό.
Ιδιαίτερα σημαντικό σημείο όσον αφορά την πρόληψη, είναι ο εντοπισμός και η διόρθωση παραγόντων ή καταστάσεων που συμβάλλουν στην οστική απώλεια (σύνδρομο Cushing, η έλλειψη βιταμίνης D η οποία σχετίζεται άμεσα με την απορρόφηση του ασβεστίου, η νεφρική νόσος, ο υπογοναδισμός κ.α) Η άσκηση αποτελεί ένα «εργαλείο» υψίστης σημασίας για την αύξηση της οστικής πυκνότητας έως την ηλικία των 18-20 ετών αλλά και για τη διατήρηση της, κατά τη ενήλικη ζωή.
Η φύση της άσκησης, η ηλικία έναρξης αυτής αλλά και η διάρκεια και η ένταση καθορίζουν σε σημαντικό βαθμό τα οφέλη που προκαλούνται στην οστική μάζα. Η ένταση και η διάρκεια στο τρέξιμο και στα άλματα είναι ιδιαίτερα σημαντική, καθώς επίσης και οι ασκήσεις με αντιστάσεις (βάρη) οι οποίες φορτίζουν περισσότερο το σκελετό επιφέροντας ευεργετικά αποτελέσματα στην οστική πυκνότητα. Εν αντιθέσει, είδη άσκησης που δε φορτίζουν το σκελετικό σύστημα όπως π.χ η κολύμβηση δε φαίνεται να δρουν ευεργετικά.
Σημειωτέον ότι κατά τη διάρκεια της ενήλικης ζωής η δυνατότητα αύξησης της οστικής πυκνότητας είναι μηδαμινή, αλλά η θετική επίδραση της άσκησης στην αύξηση και διατήρηση της μυϊκής δύναμης σε όλες τις ηλικίες ωφελεί άμεσα τα οστά, διατηρώντας την ισορροπία, το συντονισμό, καθώς και τη νευρομυϊκή συναρμογή μειώνοντας τον κίνδυνο των πτώσεων.
Όσον αφορά την πρόληψη μέσω της διατροφής, καθοριστικής σημασίας είναι η πρόσληψη του ασβεστίου, για την επίτευξη της κορυφαίας οστική μάζας στα αγόρια αλλά και σημαντικότατος παράγοντας για την πρόληψη της ηλικιοεξαρτόμενης οστικής απώλειας. Η μειωμένη βιοδιαθεσιμότητα του ασβεστίου εξαιτίας της μειωμένης πρόσληψης και μειωμένης εντερικής απορρόφησης που παρατηρείται κατά την γήρανση, διεγείρουν την έκκριση παραθορμόνης. Επιπλέον η ελαττωμένη πρόσληψη βιταμίνης D αλλά και η μειωμένη παραγωγή της από τον ανθρώπινο οργανισμό συμβάλλει περαιτέρω στην έκκριση παραθορμόνης και στη μείωση της εντερικής απορρόφησης του ασβεστίου.
Αποτέλεσμα όλων των παραπάνω είναι η δημιουργία ενός δευτεροπαθούς υπερπαραθυρεοειδισμού ο οποίος με τη σειρά του μπορεί να οδηγήσει σε οστική απώλεια. Επιπροσθέτως η αποφυγή της καταχρήσεως αλκοόλ και καπνίσματος είναι ευεργετική αφού σύμφωνα με τα είδη υπάρχοντα επιστημονικά δεδομένα είναι γνωστό ότι ο αλκοολισμός και η κατάχρηση καπνού ανήκουν στην κατηγορία των δευτεροπαθών αιτιών της ανδρικής οστεοπόρωσης.
Οι συστάσεις για τους άνδρες ηλικίας άνω των 65 ετών σε ασβέστιο και βιταμίνη D είναι 1500 mg και 800 IU αντίστοιχα. Επίσης συνίσταται η αποφυγή υψηλής πρόσληψης νατρίου, φωσφόρου, πρωτεΐνης, καφεΐνης και φυτικών ινών. Άλλα θρεπτικά συστατικά τα οποία μπορούν να επηρεάσουν την υγεία των οστών είναι η βιταμίνη Κ, η βιταμίνη C, η βιταμίνη Α, το μαγγάνιο, ο χαλκός, ο σίδηρος, ο ψευδάργυρος και τα λιπαρά οξέα, χωρίς να υπάρχουν όμως προς το παρόν συγκεκριμένες συστάσεις για την πρόληψη τους.
Τέλος ιδιαίτερης σημασίας είναι η διάγνωση της οστεοπόρωσης έτσι ώστε να αντιμετωπισθεί με την κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή η οποία είναι απαραίτητη ουσιαστικά για τους άνδρες οι οποίοι έχουν οστική πυκνότητα κάτω των 2-2,5 σταθερών αποκλίσεων από τη μέση τιμή νέων ανδρών.