Δευτέρα 4 Φεβρουαρίου 2008

Σημαντικές εξελίξεις για την Ελκώδη Κολίτιδα

Αρθρο του Σπύρου Μιχόπουλου*

Η ελκώδης κολίτιδα είναι μία χρόνια πάθηση του παχέος εντέρου. Αν και ο νοσογόνος παράγων είναι άγνωστος, η εμπλοκή του ανοσολογικού συστήματος στην πρόκληση και συντήρηση της νόσου είναι αναμφισβήτητη. Αποτελούν μαζί με τη νόσο του Crohn και την αδιευκρίνιστη κολίτιδα τα Ιδιοπαθή Φλεγμονώδη Νοσήματα του Εντέρου (ΙΦΝΕ).

Τα νοσήματα αυτά αφορούν περίπου σε 1.000.000 ανθρώπους στην Ευρώπη, ενώ στην Ελλάδα υπολογίζεται ότι οι ασθενείς με ΙΦΝΕ ανέρχονται στις 12.000. Στην ελκώδη κολίτιδα παρατηρείται φλεγμονή του εσωτερικού χιτώνος του παχέος εντέρου (εντερικός βλεννογόνος) με αποτέλεσμα την καταστροφή των κυττάρων του. Αιμορραγία και πύον εμφανίζονται ως συνέπεια αυτού, ενώ τελικά σχηματίζονται έλκη στην επιφάνεια του βλεννογόνου.

Η νόσος είναι δυνατόν να προσβάλλει το σύνολο του παχέος εντέρου (πανκολίτιδα) ή μόνο ένα μέρος του. Συχνότερα εμφανίζεται καταστροφή μόνο του τμήματος που είναι κοντά στο ορθό και στον πρωκτό. Η σοβαρότητα και η εξέλιξη της διαφέρει από ασθενή σε ασθενή, ενώ η πορεία της είναι απρόβλεπτη χαρακτηριζόμενη από εξάρσεις (υποτροπές) και υφέσεις.

Η ελκώδης κολίτιδα εκδηλώνεται συνήθως σε άτομα ηλικίας μεταξύ 20-40 ετών, με την ίδια συχνότητα μεταξύ ανδρών και γυναικών. Οι μη καπνιστές (σε αντίθεση με τη νόσο του Crohn) φαίνεται να διατρέχουν μεγαλύτερο σχετικό κίνδυνο εμφάνισης της νόσου (κυρίως οι πρώην βαρείς καπνιστές τα δύο πρώτα έτη μετά τη διακοπή του καπνίσματος).

Το γεγονός αυτό δεν συμψηφίζεται με τα τεράστια οφέλη που έχει κάποιο άτομο από τη διακοπή του καπνίσματος στο σύνολο της υγείας του, ενώ η επανέναρξη του καπνίσματος δεν φαίνεται να ωφελεί ιδιαίτερα τον πάσχοντα από ελκώδη κολίτιδα. Τα συμπτώματα μπορεί να περιλαμβάνουν βλεννοαιματηρές (συνήθως διαρροϊκές) κενώσεις και πόνο στην κοιλιά, καθώς και τεινεσμό (επίμονη και επαναλαμβανόμενη τάση για αφόδευση) ή πυρετό.

Τα συμπτώματα αυτά μπορεί να προκαλέσουν καταβολή και ανορεξία με συνέπεια την απώλεια βάρους. Εκτός από το έντερο και άλλα όργανα του σώματος δύνανται να προσβληθούν, όπως για παράδειγμα οι οφθαλμοί (ιριδοκυκλίτιδα), το στόμα (άφθες), οι αρθρώσεις (αρθρίτιδα).


Ποιες είναι οι επιπτώσεις στην ποιότητα ζωής των πασχόντων;

Η ελκώδης κολίτιδα αποτελεί μία δυσάρεστη κατάσταση για τους ασθενείς και συνοδεύεται από ένα σημαντικό ψυχολογικό και συναισθηματικό βάρος, μεγαλύτερο ακόμη και από αυτό άλλων χρόνιων, φαινομενικά σοβαρότερων, νοσημάτων, όπως είναι η ρευματοειδής αρθρίτιδα και το άσθμα. Οι συμπτωματικές εξάρσεις της μπορεί να είναι ιδιαίτερα εξουθενωτικές εμποδίζοντας τους ασθενείς να απολαύσουν τη ζωή τους.

Σύμφωνα με αποτελέσματα πρόσφατης έρευνας στις ΗΠΑ για την ποιότητα ζωής των ασθενών με ελκώδη κολίτιδα, σχεδόν τα 3/4 των ασθενών (73%) δηλώνουν ότι το να μη νιώθουν καλά έχει γίνει πλέον αναπόσπαστο, «φυσιολογικό» κομμάτι της καθημερινής τους ζωής.

Στεναχώρια, κατάθλιψη (έως και στο 62%), ανησυχία για τη μακροχρόνια εξέλιξη της υγείας τους (στο 84% των ασθενών), αίσθημα απομόνωσης είναι στοιχεία που συναντώνται συχνά στη ζωή των ασθενών με ελκώδη κολίτιδα. Δεν είναι λίγοι εκείνοι οι ασθενείς (70%) που αισθάνονται ντροπή για την κατάστασή τους και αποκρύπτουν συστηματικά το πρόβλημα υγείας τους από τον κοινωνικό τους περίγυρο. Στην ίδια έρευνα οι ασθενείς αναφέρουν διαταραχή στις σχέσεις τους με το σύντροφό τους, ενώ σημαντικά προβλήματα προκύπτουν στη σεξουαλική ζωή τους, σύμφωνα με το 70% αυτών. Όλα τα παραπάνω καταδεικνύουν την ανάγκη των ασθενών να επανακτήσουν κάτι πολύ απλό για τους περισσότερους από εμάς, ένα φυσιολογικό τρόπο ζωής.

Στον άξονα αυτό μπορούν να βοηθήσουν ουσιαστικά η γνωστοποίηση των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι ασθενείς, η δημιουργία συλλόγων ασθενών ως μοχλού πίεσης για καλύτερη περίθαλψη και κοινωνική πολιτική προς τους πάσχοντες, η ύπαρξη και η χορήγηση αποτελεσματικών θεραπειών που θα βελτιώνουν την ποιότητα ζωής των ασθενών.


Ποια είναι η θεραπευτική αντιμετώπιση;

Η ελκώδης κολίτιδα, ως χρόνια νόσος, δεν θεραπεύεται πλήρως. Οι διαθέσιμες θεραπευτικές επιλογές στοχεύουν στην καταστολή της φλεγμονής και στην επίτευξη μεγάλων χρονικών διαστημάτων υφέσεων. Η νόσος αντιμετωπίζεται είτε με φαρμακευτική αγωγή είτε με χειρουργική επέμβαση. Η χειρουργική επέμβαση με αφαίρεση όλου (κολεκτομή) ή τμήματος του εντέρου περιορίζεται μόνο σε βαριές περιπτώσεις ή σε περιπτώσεις αποτυχίας της συντηρητικής φαρμακευτικής αγωγής, εξαιτίας των μετεγχειρητικών επιπλοκών και του μεγέθους του ακρωτηριασμού. Επιπρόσθετα, σύμφωνα με ευρωπαϊκή έρευνα, σχεδόν 9 στους 10 ασθενείς δηλώνουν ότι προτιμούν να λάβουν μία καινούρια θεραπεία αντί να εισαχθούν στο χειρουργείο, επιβεβαιώνοντας έτσι την ανεπάρκεια της χειρουργικής αντιμετώπισης στην κάλυψη των αναγκών των ασθενών.

Τα συνηθέστερα χορηγούμενα φάρμακα στην ελκώδη κολίτιδα είναι τα αμινοσαλυκυλικά, που χορηγούνται ανεξάρτητα από την ύπαρξη ή όχι συμπτωμάτων, καθώς βοηθούν στη διατήρηση της νόσου σε ύφεση. Σε σοβαρότερες καταστάσεις, χορηγούνται στους ασθενείς κορτικοστεροειδή (κορτιζόνη) για μικρό χρονικό διάστημα (εβδομάδων ή μηνών). Μία άλλη κατηγορία φαρμάκων είναι τα ανοσοκατασταλτικά. Αυτά χορηγούνται σε περιπτώσεις που για τη διατήρηση της νόσου σε ύφεση είναι αναγκαία η χρήση κορτιζόνης για μακρό χρονικό διάστημα (γεγονός που δυνητικά μπορεί να επιφέρει σοβαρές ανεπιθύμητες ενέργειες) ή σε περιπτώσεις που οι ασθενείς δεν ανταποκρίνονται σε καμία άλλη θεραπεία.

Σημαντική εξέλιξη στη θεραπευτική αντιμετώπιση της ΕΚ αποτελεί το Infliximab, η μόνη εγκεκριμένη βιολογική θεραπεία για την ΕΚ. Το Infliximab είναι ένα μονοκλωνικό αντίσωμα, που δεσμεύει τον ΤΝFα, μία ουσία που παράγεται από τα κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος και διαδραματίζει κεντρικό ρόλο στη χρόνια φλεγμονή της ελκώδους κολίτιδας.

Πρόσφατα αποτελέσματα μεγάλων κλινικών μελετών έδειξαν ότι σε ασθενείς με μέτρια έως σοβαρή ελκώδη κολίτιδα το Infliximab, χορηγούμενο ενδοφλεβίως κάθε δύο μήνες, επιφέρει σημαντική βελτίωση που διατηρείται για τουλάχιστον δύο έτη, διάστημα που διήρκησαν οι μελέτες.

Ταυτόχρονα, επετεύχθη σημαντική μείωση της ανάγκης νοσοκομειακής περίθαλψης και χρήσης κορτικοστεροειδών, ενώ σε περίπου 60% των ασθενών ήταν δυνατή η πλήρης επούλωση του εντερικού βλεννογόνου. Αξιοσημείωτη ήταν και η παράλληλη βελτίωση όλων των επιμέρους δεικτών που συνδέονται με την ποιότητα ζωής των ασθενών.

Τα σημαντικά οφέλη που προκύπτουν από την εισαγωγή των βιολογικών θεραπειών και στην ΕΚ γεμίζουν ελπίδες και αυξάνουν τις προσδοκίες ασθενών και θεραπόντων ιατρών για την πληρέστερη αντιμετώπιση της ελκώδους κολίτιδας.

* Ο Σπύρος Μιχόπουλος είναι Διευθυντής Γαστρεντερολογικής Κλινικής - Νοσοκομείο «Αλεξάνδρα».

JTF 2013: We are young, we are free… willing to fight against IBD

Thanks to all those who participated in the Anaemia survey

Την ύπαρξη περισσότερων εξειδικευμένων γαστρεντερολόγων και ειδικών εξωτερικών ιατρείων (ΚΕΝΤΡΩΝ ΑΝΑΦΟΡΑΣ) ζητούν οι ασθενείς με ΙΦΝΕ, σύμφωνα με την έρευνα του ΕΛΙΓΑΣΤ και των Συλλόγων Ασθενών με ΙΦΝΕ, με την υποστήριξη της ΕΟΜΙΦΝΕ.
“Μόνοι μπορούμε να κάνουμε τόσα λίγα-μαζί μπορούμε να κάνουμε τόσα πολλά” - Η ΞΕΚΑΘΑΡΗ ΓΝΩΣΗ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΒΗΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΗΣ ΝΟΣΟΥ